(νεκροί βιρμανέζοι στην πόλη Minhia μετά την κατάληψη της από τους βρετανούς τον νοέμβριο του 1885)
το π.γ. της κ.ε. του πλοκ πιστό στις αντιιμπεριαλιστικές του αρχές (= πιστό στο κλίκ=πέητ) αποφασίζει με κοοπτάτσια την επιβολή μιας νέας μόνιμης στήλης που θα αναρτάται κάθε τετάρτη με τίτλο "μεγάλες στιγμές του ιμπεριαλισμού," στην οποία θα σχολιάζονται παλιά ή νέα λόγια και έργα των διαφόρων κηνσόρων του ιμπεριαλισμού.
τις προάλλες ο γ.γ. του πλοκ διάβαζε το πολύ αξιόλογο βιβλίο του δημοσιογράφου Carlos Sardiña Galache The Burmese Labyrinth: A History of the Rohingya Tragedy, που εκδόθηκε την Verso το 2020. το βιβλίο ασχολείται με την εθνοκάθαρση της μουσουλμανικής μειονότητας των Ροχίνγκια στην μυανμάρ/βιρμανία. Κάνοντας μια ιστορική αναδρομή τόσο των βασιλείων του Αρακάν, όσο και των βασιλικών αυτοκρατοριών έως και τον 19ο αιώνα, συνεχίζει και με μια ανάλυση της ιστορίας της Βιρμανίας κατά τον 20ο αιώνα, δηλαδή την βρετανική αποικιοκρατία, την ιαπωνική κατοχή του δευτέρου παγκοσμίου, τον αντιαποικιακό και αντικατοχικό αγώνα υπό τον Aung San και το ΚΚ Βιρμανίας, την περίοδο της χούντας του Ne Win από το 1962 και τις διάφορες μεταμορφώσεις της, και φτάνει στην περίοδο των πρώτων ελεύθερων εκλογών του 2012 και την άνοδο στην εξουσία της Aung San Suu Kii, κόρης του Aung San, και του National League for Democracy, το οποίο ως γνωστόν ανατράπηκε το 2021 από τον Tatmadaw, τον βιρμανέζικο στρατό υπό τον Min Aung Hlaing, που οδήγησε στον τωρινό εμφύλιο, τον οποίο ο γ.γ. του πλοκ καλύπτει στην ένοπλη ανασκόπηση της εβδομάδας.
Οι Ροχίνγκια, λοιπόν, είναι μια εθνοθρησκευτική μειονότητα που ζει κάτα κύριο λόγο στα βόρεια της πολιτείας Rakhine (παλιότερο όνομα: Arakan) της μυανμάρ/βιρμανίας, στα σύνορα, δηλαδή, με το μπανγκλαντές, και αποτελεί μια από τις πιο καταπιεσμένες εθνοτικές ομάδες του κόσμου, καθώς από την μυανμάρ δεν αναγνωρίζεται ως εθνοτική ομάδα, αλλά ως Μπενγκάλι μετανάστες που μεταφέρθηκαν στην βιρμανία για εργασία και έχουν κυνηγηθεί τόσο από το κράτος όσο και από τους Ρακίν, την βουδιστική πλειοψηφία της πολιτείας. οι Ροχίνγκια δεν έχουν καν το δικαίωμα ψήφου στις εκλογές, ούτε καν στις εκλογές που διεξήχθησαν υπό την Aung San Suu Kii (ενδεικτικό των "φιλελεύθερων δημοκρατών της χώρας). μάλιστα από το 2015 ξέσπασε ένοπλη σύγκρουση ανάμεσα σε αντάρτικες οργανώσεις των Ροχίνγκια (που κατηγορούνται - αδίκως - για τζιχαντισμό) και τον υπό "δημοκρατική" πλέον διοίκηση στρατό. το αποτέλεσμα ήταν ο εκτοπισμός πάνω από 400.000 ανθρώπων που πλέον είναι πρόσφυγες σε καταυλισμούς στην μυανμάρ και το μπανγκλαντές, και ο οηε να χαρακτηρίζει την πολιτική του κράτους ως εθνοκάθαρση.
επίσης, το βιβλίο ασχολείται εκτενώς και με τις πολλαπλές εθνότητες που υπάρχουν εντός μυανμάρ, κάποιες από τις οποίες, όπως οι Καρέν και οι Κατσίν, διεξάγουν ένοπλο αγώνα εναντίον του κράτους από την κήρυξη της ανεξαρτησία από την βρετανία το 1948, καθώς και με την κλασική διαίρει-και-βασίλευε πολιτική της βρετανικής αποικιοκρατίας σχετικά με τις εθνότητες.
ωστόσο, το θέμα της σημερινής ανάρτησης στις μεγάλες στιγμές του ιμπεριαλισμού είναι οι αφορμές κήρυξης του δεύτερου (1852-1853) και τρίτου αγγλο-βιρμανικού πολέμου (7-20 νοεμβρίου 1885). αντιγράφω ένα απόσπασμα από το βιβλίο (p. 128-130) - τα πολτ, η μετάφραση και οι υποσημειώσεις είναι δικές μου:
"Defeat in the first Anglo-Burmese War had been a traumatic and humiliating blow to the Burmese kingdom. And the loss of Lower Burma in the second Anglo-Burmese War was further confirmation that their status as a regional power was evaporating in the fact of a technologically superior army. Moreover, the motivation behind the British declaration of war only served to underscore the lack of respect accorded to the Konbaung dynasty. In late 1851, the Burmese authorities had imposed a fine of 1,000 rupees on two British ships for allegedly violating the port rules in Rangoon. The British decided that this was an affront to their prestige and, after a diplomatic tug-of-war in which the British made overblown demands on the Burmese, the British declared war and took the province of Pegu, in Lower Burma. The conquest allowed the British to connect Arakan and Tenasserim, and rendered the Burmese kingdom a landlocked country. As a result, the Burmese economy was severely disrupted: the government lost its control on the rice surpluses from Lower Burma, and now it had to buy them at international prices. The Burmese government made more stringent the exactions on the farmers in Upper Burma, in order to maintain the royal family and the aristocracy and many of those farmers emigrated to the south – a tendency that had started before the war, but was accentuated after 1852.
[...]
Eventually, in 1885, the British conquered Upper Burma – seven years after the death of Mindon and the bloody ascent to the throne of his son, King Thibaw. Their excuse was the imposition by the Burmese government of a high fee on a British company for logging; but it is more likely that the real reason was growing concern that the Burmese kingdom was becoming dangerously close to France. In October, the British declared war, and on 11 November 10,000 troops crossed the border in a campaign that took them to Mandalay at the end of the month. Having fought a couple of battles on the way, the British invaders found little resistance when they reached the royal capital. King Thibaw surrendered on 29 November, and was taken to Ratanagiri, on the west coast of India, where he died thirty years later as a state pensioner of the British Crown. On 1 January 1886, the viceroy of India, Lord Dufferin, announced that Upper Burma had become part of the British Empire. In February, Burma formally became a province of British India – a decision whose consequences still reverberate today."
"Η ήττα στον πρώτο Αγγλο-Βιρμανικό Πόλεμο[1] ήταν ένα τραυματικό και ταπεινωτικό πλήγμα για το Βιρμανικό βασίλειο. Και η απώλεια της Νότιας Βιρμανίας κατά τον δεύτερο Αγγλο-Βιρμανικό πόλεμο ήταν άλλη μια επιβεβαίωση ότι το κύρος των Βιρμανών ως περιφερειακή δύναμη αφανιζόταν λόγω ενός τεχνολογικά ανώτερου στρατού. Επιπλέον, η αφορμή πίσω από την Βρετανική κήρυξη του πολέμου τόνισε την έλλειψη σεβασμού προς την δυναστεία των Konbaung[2]. Στα τέλη του 1851, οι Βιρμανικές αρχές επέβαλαν πρόστιμο 1000 ρουπιών σε δύο Βρετανικά πλοία για υποτιθέμενη παραβίαση των κανονισμών του λιμανιού της Ρανγκούν[3]. Οι Βρετανοι θεώρησαν ότι κάτι τέτοιο αποτελούσε προσβολή του κύρους τους, και μετά από μια διπλωματική διελκυστίνδα στην οποία οι Βρετανοί έθεσαν υπερβολικές απαιτήσεις προς τους Βιρμανούς, οι Βρετανοί κήρυξαν πόλεμο και κατέλαβαν την περιφέρεια Pegu[4] στην Νότια Βιρμανία. Η κατάκτηση επέτρεψε στους Βρετανούς να συνδέσουν τις περιοχές Arakan[5] και Tenasserim[6], και κατέστησε το Βιρμανικό βασίλειο περίκλειστη χώρα. Ως αποτέλεσμα, η Βιρμανική οικονομία αναταράχθηκε σε τρομερό βαθμό: η κυβέρνηση απώλεσε τον έλεγχο των πλεονασμάτων ρυζιού της Νότιας Βιρμανίας, και τώρα ήταν αναγκασμένη να τα αγοράζει σε τιμές της διεθνούς αγοράς. Η Βιρμανική κυβέρνηση έθεσε ακόμα πιο αυστηρές διαταγές στους αγρότες της Βόρειας Βιρμανίας με στόχο να συνεχίσει να συντηρεί την βασιλική οικογένεια και την αριστοκρατία, με αποτέλεσμα πολλοί από τους αγρότες να μεταναστεύσουν στον νότο – μία τάση που είχε ξεκινήσει πριν από τον πόλεμο αλλά εντάθηκε μετά το 1852.
[...]
Τελικά, το 1885, η Βρετανία κατέκτησε την Βόρεια Βιρμανία –εφτά χρόνια μετά τον θάνατο του Mindon[7] και την αιματηρή άνοδο του γιου του, βασιλιά Thibaw[8], στον θρόνο. Η δικαιολογία των Βρετανών ήταν η επιβολή υψηλού τέλους για υλοτομία σε μία Βρετανική εταιρεία. Ωστόσο, η πραγματική αιτία πιθανότατα ήταν η αυξημένη ανησυχία το Βιρμανικό βασίλειο γειτνίαζε επικίνδυνα με την Γαλλία. Τον Οκτώβριο, οι Βρετανοί κήρυξαν τον πόλεμο, και στις 11 Νοεμβρίου 10.000 στρατιώτες πέρασαν τα σύνορα διεξάγοντας μια επιχείρηση που τους έφερε ως την Μανταλέι[9] στα τέλη του μήνα. Έχοντας διεξάγει δύο μάχες κατά την πορεία τους, οι Βρετανοί εισβολείς συνάντησαν πολύ μικρή αντίσταση όταν έφτασαν στην βασιλική πρωτεύουσα. Ο βασιλιάς Thibaw παραδόθηκε στις 29 Νοεμβρίου, και μεταφέρθηκε στην πόλη Ratangiri[10], στην δυτική ακτή της Ινδίας, όπου πέθανε τριάντα χρόνια αργότερα, όντας λήπτης κρατικής σύνταξης από το Βρετανικό Στέμμα. Στις 1 Ιανουαρίου 1886, ο αντιβασιλέας της Ινδίας, Λόρδος Dufferin[11], ανακοίνωσε ότι η Βόρεια Βιρμανία είχε προσαρτηθεί στην Βρετανική Αυτοκρατορία. Τον Φεβρουάριο, η Βιρμανία έγινε επίσημα επαρχία των Βρετανικών Ινδιών – μια απόφαση με επιπτώσεις ακόμα και σήμερα."
εδώ βλέπουμε μια αυθεντική, αγνή περίπτωση βρετανικής ιμπεριαλιστικής λαμογιάς, καθώς ως αφορμή για να κηρύξουν δύο φορές στο βασίλειο της βιρμανίας χρησιμοποίησαν την επιβολή προστίμων και τελών σε βρετανικές εταιρείες. δηλαδή πόσο μεγαλύτερη προσβολή. άλλοι κάνουν πολέμους και για λιγότερα. άσε που ανάγκασαν τους βιρμανούς να εισάγουν το ρύζι που οι ίδιοι παρήγαγαν σε πανάκριβες τιμές.
εδώ δεν μπορώ να μην συσχετίσω την αγνή βρετανική λαμογιά με την συζήτηση Μάκη (Πέτρος Ζερβός) και Στράτου (Βαγγέλη Μουρίκη) στο Μικρό Ψάρι του Οικονομίδη, όπου ο Μάκης εξηγεί στον Στράτο πόσα λεφτά βγάζει η Βίκυ (Βίκυ Παπαδοπούλου) ώστε να ξεχρεώσουν το δάνειο που πήραν από τον Πετρόπουλο (Γιώργος Γιαννόπουλος)
"γι' αυτό σου λέω ρε στράτο. άκουσε με να πούμε. κάθε πελάτης που έρχεται για την βιζιτούλα του να πούμε είναι μια ανάσα για μας ρε. σιγά-σιγά τον ξεχρεώνουμε τον αρχίδα τον πετρόπουλο. αν σου περισσεύει κάτι για να ζούμε και σαν άνθρωποι να πούμε. μ' αξιοπρέπεια ας πούμε. ρε μαλάκα ακούσε με ας πούμε. άκουσε με να πούμε. τώρα που μιλάμε. ξέρεις ποιος γαμάει μέσα ρε μαλάκα; ξέρεις ποιος γαμάει μέσα ρε μαλάκα; ε; ξέρεις ποιος χύνει ρε μαλάκα; ε; ο γιος του πετρόπουλου. μάλιστα κύριε. τα παίρνουμε από τον γιο και τα δίνουμε στον πατέρα. καλό, έτσι; αυτό είναι ρε μεγάλε. αυτό είναι."
τι να κάνουν κι αυτοί οι βρετανοί, κάπως έπρεπε να ζήσουν και σαν άνθρωποι να πούμε. μ' αξιοπρέπεια ας πούμε. μάλιστα κύριε.
υγ 1: όσον αφορά το βιβλίο, θα μπορούσα να στείλω λινκ για το e-pub αρχείο που μου έστειλε η Verso μαζί με το φίζικαλ κόπι, αλλά επειδή είναι ματζίρηδες και δεν επιτρέπουν αναδημοσιεύσεις κλπ έχει παντού σε όλες τις σελίδες watermark με το όνομα μου. ωστόσο, οποι@ ενδιαφέρεται, μπορεί να στείλει μέηλ και τ@ το στέλνω.
υγ 2: υποσημειώσεις για την μετάφραση:
[1]: Πρώτος Αγγλο-Βιρμανικός Πόλεμος: διήρκεσε από το 1824 μέχρι το 1826 και έληξε με προσάρτηση των τωρινών ινδικών πολιτειών Ασσάμ και Μανιπούρ, της τωρινής βιρμανικής πολιτείας Αρακάν-Ρακίν και της περιφέρειας Τενασσερίμ στην βρετανική αυτοκρατορία. ο πόλεμος ήταν ένας από τους πιο κοστοβόρους για τους βρετανούς αποικιοκράτες, οι οποίοιο έχασαν πάρα πολλά χρήματα για την διεξαγωγή του.
[2]: Δυναστεία των Konbaung: γνωστή και ως Τρίτη Βιρμανική Αυτοκρατορία, κυβέρνησε από το 1752 έως το 1855 με την ήττα στον τρίτο αγγλο-βιρμανικό πόλεμο.
[3]: Ρανγκούν: πρωτεύουσα της βιρμανίας μέχρι το 2006 (και μεγαλύτερη πόλη), όταν πρωτεύουσα ορίστηκε η νεόδμητη πόλη Νέπιντο. από το 1989 όταν η χούντα την μετονόμασε σε Γιανγκόν, όπως και τις περισσότερες πολιτείες της χώρας και την ίδια την χώρα.
[4]: Περιφέρεια Pegu: σήμερα ονομάζεται Bago, βρίσκεται στα νοτιοκεντρικά, και είναι από τις 7 διοικητικές περιφέρειες της χώρας. (η διαφορά μεταξύ διοικητικών περιφερειών και πολιτειών στην μυανμάρ είναι ότι στις περιφέρειες κατοικούν κατά πλειοψηφία η πανεθνικά πλειοψηφική εθνότητα Bamar (Βιρμανοί), ενώ στις πολιτείες (όπου και διεξάγονται τα πολλαπλά αντάρτικα) πλειοψηφούν οι μειονότητες (Καρέν, Καρέννι, Ρακίν, Σαν, Κατσίν, Τσιν, Τα'άνγκ, Ροχίνγκια, κλπ).
[5]: Arakan: όπως είπαμε και στην αρχή, σήμερα ονομάζεται Ρακίν και είναι η δυτικότερη πολιτεία της μυανμάρ, με κατοίκους κυρίως τους βουδιστές Ρακίν/Αρακάν και τους μουσουλμάνους Ροχίνγκια.
[6]: Tenasserim: το παλιό όνομα της σημερινής διοικητικής περιφέρειας Tanintharyi, που είναι η νοτιότερη περιοχή της μυανμάρ, στην αρχή της χερσονήσου της μαλαισίας. συνορεύει με την ταϊλάνδη.
[7]: Mindon: ο Mindon Min ήταν ο προτελευταίος βασιλιάς της δυναστείας των Konbaung (και της βιρμανίας γενικά).
[8]: Thibaw: τελευταίος βασιλιάς της βιρμανίας και γιος του Mindon Min. ανέβηκε στον θρόνο όταν η γυναίκα του Mindon Min κάλεσε την βασιλική οικογένεια με πρόσχημα να τους αποχαιρετίσει ο ετοιμοθάνατος Mindon Min και διέταξε την εκτέλεσε όλων των πιθανών διαδόχων του, ώστε να γίνουν βασιλιάδες ο Thibaw και η κόρη της Supayagyi.
[9]: Μανταλέι: δεύτερη μεγαλύτερη πόλη της μυανμάρ και πρωτεύουσα της ομώνυμης διοικητικής περιφέρειας. βρίσκεται στο κέντρο της χώρας, στις όχθες του ποταμού Ιραουάντι. χτίστηκε από τον Mindon Min το 1857 και ήταν η πρωτεύουσα της βασιλικής βιρμανίας μέχρι την προσάρτηση στην βρετανική αυτοκρατορία το 1885.
[10]: Ratangiri: πόλη-λιμάνι της ινδικής πολιτείας Μαχαράστρα στην Αραβική Θάλασσα. εκεί υπάρχει ακόμα το σπίτι/παλάτι του Thibaw όταν εξορίστηκε από τους βρετανούς.
[11]: Λόρδος Dufferin: Frederick Temple Hamilton-Temple-Blackwood, 1ος Μαρκήσιος των Dufferin και Ava. ένας από τους πιο σημαντικούς διπλωμάτης της βικτωριανής εποχής, κυβερνήτης του καναδά, αργότερα αντιβασιλέας των βρετανικών ινδιών. χειρίστηκε σε μεγάλο βαθμό το Μεγάλο Παιχνίδι (την σύγκρουση βρετανίας και ρωσίας για το αφγανιστάν).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου