μεγάλες στιγμές του ιμπεριαλισμού: η υπόθεση της συνωμοσίας του μεερούτ και η άνθιση του κομμουνιστικού κινήματος στην ινδία









το π.γ. της κ.ε. του πλοκ πιστό στις αντιιμπεριαλιστικές του αρχές (= πιστό στο κλίκ=πέητ) αποφασίζει με κοοπτάτσια την επιβολή μιας νέας μόνιμης στήλης που θα αναρτάται κάθε τετάρτη με τίτλο "μεγάλες στιγμές του ιμπεριαλισμού," στην οποία θα σχολιάζονται παλιά ή νέα λόγια και έργα των διαφόρων κηνσόρων του ιμπεριαλισμού.

η βρετανική παρουσία στην ινδία χρονολογείται από τα πρώτα χρόνια του 17ου αιώνα, όταν κατά την βασιλεία της ελισάβετ της 1ης και στην συνέχεια του ιακώβου του 1ου/6ου, διάφοροι άγγλοι έμποροι πήραν άδεια για να στήσουν στο όνομα του στέμματος την εταιρεία των ανατολικών ινδιών. ένα ενδιαφέρον στοιχείο που αφορά στα πρώτα χρόνια της παρουσίας των βρετανών στον Ινδικό Ωκεανό, όταν δηλαδή ακόμα κυριαρχούσαν οι ολλανδοί και πορτογάλοι αποικιοκράτες, ήταν ότι οι βρετανοί κατάφεραν να στήσουν οικονομικά την εταιρεία ανατολικών ινδιών κάνοντας πειρατείες και καταλαμβάνοντας πορτογαλικά πλοία που κουβαλούσαν μπαχαρικά προς την ευρώπη. κάτι απόλυτα φυσιολογικό και νομοτελειακό για βρετανούς, θα πει κανείς. μετά από μια σειρά πολέμων με την αυτοκρατορία των μουγκάλ, την αυτοκρατορία των μαράτα (όχι του σκλαβενίτη, πονηροί), και την αυτοκρατορία των σιχ, καθώς και με διάφορες φυλές σε όλη την έκταση ανάμεσα στα σημερινά πακιστάν, αφγανιστάν, και μπανγκλαντές, η εταιρεία των ανατολικών ινδιών έγινε η κύρια οικονομική και πολιτική δύναμη στον Ινδικό Ωκεανό και στην Ινδική Υποήπειρο. ωστόσο μετά την καταστολή της Ινδικής Επανάστασης του 1857, όταν η αυτοκρατορία των μουγκάλ και διάφορα πριγκηπάτα της ινδίας εξεγέρθηκαν ενάντια στην εταιρεία, οδήγησε στην διάλυση (= εθνικοποίηση της εταιρείας) το 1858 και στην μεταφορά του αποικιακού ελέγχου των γεωγραφικών "ανατολικών ινδιών" απευθείας στην βρετανική αυτοκρατορία μέχρι την αποχώρηση του 1947.

ένα σημαντικό γεγονός στην ιστορία της αντιαποικιακής και αντιιμπεριαλιστικής αντίστασης εναντίον της βρετανίας ήταν η Υπόθεση της Συνωμοσίας του Μεερούτ[1] που σημειώθηκε στις 20 Μαρτίου 1929, όταν 29 ινδοί και 3 άγγλοι συνδικαλιστές συνελήφθησαν από την βρετανοϊνδική αστυνομία και φυλακίστηκαν ως κατηγορούμενοι για συνωμοσία ενάντια στο στέμμα και για κομμουνιστική προπαγάνδα. τα ονόματα των συλληφθέντων (μεταξύ των οποίων κάποιοι στην συνέχεια διετέλεσαν υψηλά στελέχη του Κομμουνιστικού Κόμματος Ινδίας) ήταν: Muzaffar Ahmad, S.A. Dange, S.V. Ghate, K.N. Joglekar, R.S. Nimbkar, S.S. Mirajkar, Shaukat Usmani, Mir Abdul Majid, Sohan Singh Josh, Dharanikanta Goswami, Ajodhya Prasad, G. Adhikari, P.C. Joshi, M.G. Desai, Gopen Chakraborty, Gopal Chandra Basak, Radha Raman Mitra, Shivavakash Hormarji Jhabwala, Kedar Nath Sehgal, Shamsul Huda, Arjun Atmaram Alve, Gobinda Ramchandra Kasle, Kishori Lal Ghosh, Gouri Shankar, Lakshman Rao Kadam, D.R. Thengdi, Biswanath Mukherjee, Sibnath Banerjee, Kishorilal Ghose, Philip Spratt, Benjamin Francis, και H.L. Hutchinson. οι κατηγορούμενοι είχαν εμπλακεί στην οργάνωση απεργιών σε εργοστάσια κλωστοϋφαντουργίας, μύλους βαμβακιού και σε σιδηρόδρομους. από τους 3 άγγλους, οι Philip Spratt και Benjamin Francis ήταν μέλη του Κομμουνιστικού Κόμματος Μεγάλης Βρετανίας και είχαν σταλεί στην ινδία από την Κομιντέρν για να βοηθήσουν στην ισχυροποίηση του κομμουνισμού στην αποικία, ενώ ο Lester Hutchinson ήταν μέλος του Εργατικού Κόμματος, γιος στελεχών του ΚΚΜΒ, και βρισκόμενος στην αριστερή πτέρυγα των εργατικών, παρακολουθούνταν ως ύποπτος κομμουνιστής. αντιγράφω από το βιβλίο της Priyamvada Gopal, καθηγήτρια Μετααποικιακών Σπουδών στο πανεπιστήμιο του Cambridge, Insurgent Empire: Anticolonial Resistance and British Dissent (2019, εκδόσεις Verso), το οποίο πραγματεύεται την αντιαποικιακή αντίσταση τόσο στις αποικίες όσο και στην βρετανία τον 19ο και 20ο αιώνα:

"Charged under Section 121A of the Indian Penal Code with conspiring to ‘deprive the King of the sovereignty of British India’, the detainees would controversially be refused bail and subjected to trial without jury. In addition, Section 121A carried a proviso whereby no actual illegal act had to take place in order for a conspiracy charge to be levied.

[...]

The Public Safety Act would have also prevented foreign communists from coming to India and working there with Indian labour organizers. Part of a wave of colonial repression, the arrests of the Meerut defendants also took place – not by accident – as the government braced for the release of the Fawcett Report, commissioned in the wake of the Bombay General Strike of 1928, which was expected to be unfavourable to worker demands, and therefore to generate more militancy and strikes" (p. 246)

Κατηγορούμενοι σύμφωνα με το Άρθρο 121Α του Ινδικού Ποινικού Κώδικα για συνωμοσία με στόχο ΄'να στερήσουν από τον Βασιλιά την κυριαρχία του επί της Βρετανικής Ινδίας,' οι κρατούμενοι θα υφίσταντο κραυγαλέα μεταχείριση, καθώς απορρίφθηκε η αίτηση τους για αποφυλάκιση με εγγύηση και δικάστηκαν χωρίς την παρουσία ενόρκων. Επιπλέον, το Άρθρο 121Α περιείχε μια διάταξη σύμφωνα με την οποία δεν ήταν αναγκαίο να είχε διαπραχθεί όντως κάποια παράνομη πράξη για να ασκηθεί δίωξη για συνωμοσία.

[...]

Ο Νόμος Περί Δημόσιας Ασφάλειας επίσης είχε ως στόχο την παρεμπόδιση του ερχομού ξένων κομμουνιστών στην Ινδία και την δράση τους με Ινδούς συνδικαλιστές. Τμήμα ενός κύματος αποικιακής καταπίεσης, οι συλλήψεις των κατηγορούμενων του Μεερούτ έλαβαν χώρα - όχι τυχαία - την εποχή που η κυβέρνηση ετοιμαζόταν να δημοσιεύσει την Αναφορά της Εταιρείας Fawcett, η οποία συντάχθηκε στον απόηχο της Γενικής Απεργίας της Βομβάης του 1928, και η οποία αναμενόταν να είναι αντίθετη με τα εργατικά αιτήματα, και ως εκ τούτου να δώσει έδαφος για περαιτέρω δυναμικές ενέργειες και απεργίες."

όπως φαίνεται, καθαρά, μιλάμε για δίκη με βάση ιδιώνυμο αδίκημα (το 1929 άλλωστε είχε θεσπιστεί και το ιδιώνυμο από τον αδερφό της γιαγιάς του Αρχέγονου Κακού και παππού της Κοσμικής Κατάρας της Δεξιάς), με στόχο όχι μόνο το χτύπημα στους κομμουνιστές και στην Κομιντέρν, αλλά την καταστολή του εργατικού κινήματος, το οποίο πάλευε ενάντια στην διπλή εκμετάλλευση του καπιταλισμού και της αποικιοκρατίας. πράγματι, ο συνήγορος της αγωγής langford james δεν έκανε καν προσπάθεια να δώσει μια έστω μούφα ποινική διάσταση στο θέμα, καθώς

dwelt on the dangers of the Russian Revolution, Soviet politics, the perniciousness of communism, and the manifold problems with Marxism, using his readings of various general left-wing texts as ‘evidence’ against the accused. James averred that these were relevant to those in the dock because their object was ‘to replace the Government of His Majesty King George in India, and in its place to put the Government of the Third Communist International.

[...]

Partly to drive a wedge between the defendants and the mainstream nationalist movement, James would later insist that his problem was with ‘perpetual revolution’ and not with ‘a national revolution’. The defendants, he pointed out with alacrity, were in fact deeply critical of the ‘leaders of Nationalist thought in India’, and ‘stigmatised’ the Indian National Congress ‘as a misguided bourgeois body’.

[...]

As the Bolsheviks he deemed them to be, they shared certain characteristics: ‘You do not love your country, you are anti-country, you are anti-God, and you are anti-family’" (p. 247, 248)

"αναφέρθηκε στους κινδύνους της Ρώσικης Επανάστασης, της Σοβιετικής πολιτικής, της μοχθηρότητας του κομμουνισμού, και των πολλαπλών προβλήματων του Μαρξισμού, χρησιμοποιώντας την ανάγνωση διάφορων αριστερών κειμένων γενικού ενδιαφέροντος ως "αποδείξεις" κατά των κατηγορούμενων. Ο James διαβεβαίωσε ότι όλα αυτά ήταν άμεσα σχετικά με τους κατηγορούμενους καθώς ο στόχος τους ήταν 'να αντικαταστήσουν την Κυβέρνηση του Αυτού Μεγαλειότητας Βασιλέως Γεωργίου στην Ινδία με την Κυβέρνηση της Τρίτης Κομμουνιστικής Διεθνούς.

[...]

Εν μέρει για να προκαλέσει ρήγμα μεταξύ των κατηγορουμένων και του επίσημου εθνικιστικού κινήματος, ο James αργότερα θα επέμενε ότι το πρόβλημα του ήταν με 'την διαρκή επανάσταση' και όχι με την 'εθνική επανάσταση.΄ Οι κατηγορούμενοι, όπως υποστήριξε με ζήλο, ήταν στην πραγματικότητα έντονοι επικριτές των 'ηγετών της Εθνικιστικής σκέψης στην Ινδία,' και 'στιγμάτιζαν' το Ινδικό Εθνικό Κογκρέσο ως ένα 'λανθασμένο αστικό σώμα.'

[...]

Όντας οι Μπολσεβίκοι που τους θεωρούσε, μοιράζονταν συγκεκριμένα χαρακτηριστικά: 'Δεν αγαπάτε την πατρίδα σας, είστε ενάντια στην πατρίδα σας, είστε ενάντια στον Θεό, και είστε ενάντια στην οικογένεια.'"

οι συλλήψεις και η απαγγελία κατηγοριών ήταν τέτοια παρωδία που όχι μόνο προκάλεσαν απεργίες και συγκρούσεις στην Βομβάη, αλλά οδήγησε σε κατακραυγή εντός της ιμπεριαλιστικής μητρόπολης, όχι μόνο για τις ίδιες τις κατηγορίες, αλλά και για την μεταχείριση των κατηγορουμένων που έμειναν στην φυλακή για 4 χρόνια (μέχρι το 1933), εξαναγκάστηκαν σε 9ωρη καθημερινή εργασία και ένας από τους συλληφθέντες, ο D.R. Thengdi, πέθανε δεσμώτης. η Λίγκα Ενάντια στην Ιμπεριαλισμό και στην Αποικιακή Καταπίεση (καθοδηγούμενη από την Κομιντέρν) διοργάνωνε διαδηλώσεις και βουλευτές του Εργατικού Κόμματος, του Ανεξάρτητου Εργατικού Κόμματος και των Φιλελευθέρων έκαναν συνεχείς επερωτήσεις σχετικά με την ακυρότητα των κατηγοριών και την μεταχείριση των φυλακισμένων, ενώ διανοοούμενοι όπως ο πασίγνωστος συγγραφέας επιστημονικής φαντασίας H.G. Wells υπέγραψαν κείμενα διαμαρτυρίας. 

οι κινητοποιήσεις και η δημοσίευση σε μπροσούρες των απολογιών των κατηγορουμένων έπαιξαν πολύ σημαντικό ρόλο στην διάχυση του αντιιμπεριαλιστικού αγώνα και στην ανάπτυξη της εναντίωσης στον αποικιακό έλεγχο της ινδίας εντός του εσωτερικού:

"The moment of Meerut also takes on significance as yet another colonial juridical crisis – arguably the first in the twentieth century – which provided a means for the voices of anticolonial resistance, this time also inflected by international communism and communist internationalism, to be heard in the British public sphere. Developments in travel and communication technologies enabled both the swift dissemination of news and propaganda and actual communication links between metropolitan and colonial activists."

[...]

In producing its pamphlets, the Meerut campaign deliberately used the Meerut prisoners’ individual testimonies, less perhaps to ‘humanize’ the defendants through eliciting sympathy, as Pennybacker argues, than to allow for more radical anticolonial voices in India to emerge in the British public sphere on their own terms, making claims upon human solidarity.

[...]

These were voices and views that also resisted cooptation by the more acceptable face of nationalism speciously lauded by the Meerut prosecutors. As Gandhi toured England during the Second Round Table talks in 1931, to considerable adulation in liberal circles, voices from Meerut also made clear that politics in India went beyond the remit of Gandhian nationalism, and that other questions were being asked, not just of the colonial government, but also of the Indian capitalists, landlords, upper castes and political elites." (p. 250, 251)

"Η στιγμή του Μεερούτ έχει επιπρόσθετη σημασία ως μια ακόμα αποικιακή δικαστική κρίση - κατά πάσα πιθανότητα η πρώτη στον 20ο αιώνα - που χρησίμευσε ως ένα μέσο για να ακουστούν οι φωνές της αντιαποικιακής αντίστασης στην Βρετανική δημόσια σφαίρα, αυτή τη φορά έχοντας το χρώμα του διεθνούς κομμουνισμού και του κομμουνιστικού διεθνισμού.

[...]

Με την έκδοση των μπροσούρων, η καμπάνια για την απελευθέρωση των κατηγορούμενων του Μεερούτ σκόπιμα χρησιμοποίησε τις ατομικές απολογίες των φυλακισμένων του Μεερούτ, ίσως όχι τόσο για να παρουσιάσουν την 'ανθρωπιά' των κατηγορουμέων μέσω της επίκλησης του συναισθήματος, όπως υποστηρίζει η Pennybacker[2], αλλά για να βοηθήσουν να αναδυθούν στην Βρετανική δημόσια σφαίρα οι πιο ριζοσπαστικές αντιαποικιακές φωνές με τους δικούς τους όρους, κάνοντας αναφορά στην ανθρώπινη αλληλεγγύη.

[...]

Αυτές ήταν φωνές και απόψεις που επίσης αντιστέκονταν την την οικειοποίηση τους από το πιο αποδεκτό πρόσωπο του εθνικισμού που άστοχα επιδοκίμαζε η αγωγή. Καθώς ο Γκάντι περιόδευε ανά την Αγγλία κατά την διάρκεια του Δεύτερου Γύρου των διαπραγματεύσεων το 1931, όταν και έγινε δέκτη λατρευτικών εκδηλώσεων μεταξύ των φιλελεύθερων κύκλων, οι φωνές από το Μεερούτ έκαναν επίσης ξεκάθαρο ότι η πολιτική στην Ινδία δεν ήταν κτήμα μόνο του Γκαντιανού εθνικισμού, και ότι ετίθεντο και άλλα ερωτήματα, όχι μόνο σχετικά με την αποικιακή κυβέρνηση, αλλά και με τους Ινδούς καπιταλιστές, τους γαιοκτήμονες, τις ανώτερες κάστες και τις πολιτικές ελίτ."

στο συγκεκριμένο κεφάλαιο του βιβλίου της η Gopal παραθέτει αποσπάσματα από τις απολογιές των κατηγορουμένων, που ωστόσο δεν θα αντιγράψω εδώ (όποια/ος/@ ενδιαφέρεται μπορεί να μου στείλει μέηλ να στείλω το βιβλίο σε ηλεκτρονική έκδοση), όμως διαβάζοντας τις, αυτό που έχω να πω είναι ότι ήταν τέτοια η βλακεία των δικαστών και της αγωγής που ουσιαστικά έδωσαν βήμα στους κατηγορούμενους να κατακεραυνώσουν τον ιμπεριαλισμό και τον καπιταλισμό και να προπαγανδίσουν τον αγώνα για την ανεξαρτησία της ινδίας και την υπόθεση του κομμουνισμού, ενώ όπως λέει η Gopal, αναφερόμενη στον βρετανό κομμουνιστή Robin Page Arnott[3],

"the severity of the Meerut sentences had more than a little to do with the fact that the activities and beliefs of the defendants betokened a degree of class-political solidarity between empire and metropole, breaching a racial cleavage that usually benefited colonial rule." (p. 259)

"Η αυστηρότητα των ποινών της υπόθεσης Μεερούτ είχαν άμεση σχέση με το γεγονός ότι οι δραστηριότητες και οι πεποιθήσεις των κατηγορουμένων υποδήλωναν έναν βαθμό ταξικής/πολιτικής αλληλλεγγύης μεταξύ των λαών της αυτοκρατορίας και των αποικιών, διαρρηγνύοντας το φυλετικό χάσμα που συνήθως ωφελούσε την αποικιακή εξουσία."

όσον αφορά τις ποινές, οι περισσότεροι από τους κατηγορουμένους καταδικάστηκαν σε 12 χρόνια εξορίας σε σωφρονιστικές αποικίες, ενώ το στέλεχος του ΚΚ Ινδίας Muzaffar Ahmad καταδικάστηκε σε ισόβια εξορία. το 1933, μετά από έφεση, οι ποινές μειώθηκαν στα 3 χρόνια, και οι περισσότεροι απελευθερώθηκαν άμεσα καθώς είχαν ήδη εκτίσει 4 χρόνια περιμένοντας την απόφαση του δικαστηρίου. ο Ahmad βγήκε από την φυλακή το 1936.

σε πιο άμεσο επίπεδο, οι δίκες οδήγησαν στην άνθιση του κομμουνιστικού κινήματος στην ινδία. το ΚΚ Ινδίας είχε ήδη ιδρυθεί το 1925 και για μεγάλα διαστήματα βρισκόταν στην παρανομία. μετά την αναδιοργάνωση του κόμματος το 1933 με την απελευθέρωση των στελεχών του, το κόμμα απέκτησε μεγάλη δημοτικότητα, ακολουθώντας αντιγκαντική και αντιπασιφιστική γραμμή και αναγκάζοντας, μετά το 1936 και την στροφή στην πολιτική του λαϊκού μετώπου από την Κομιντέρν, το Κογκρέσο να συνεργαστεί μαζί του. σύμφωνα με την Gopal:

"the Meerut Conspiracy Case, with its protracted unfolding, volumes of testimony, and draconian sentences followed by commutation, resulted not in the extinguishing of either protest or communism in India, but a greater surge in both, ‘a sudden revival of interest and activity’, as one police report in 1934 put it" (p. 257)

"Η Υπόθεση της Συνωμοσίας του Μεερούτ, με την παρατεταμένη δυναμική του, τους τόμους των καταθέσεων, και τις δρακόντιες ποινές, που στην συνέχεια μετατράπηκαν σε μικρότερες, δεν οδήγησαν στην εξάλειψη της διαμαρτυρίας και του κομμουνισμού στην Ινδία, αλλά σε μια απότομη ανάπτυξη τους, 'μια ξαφνική αναβίωση του ενδιαφέροντος και της δραστηριότητας,' όπως το έθεσε μια αστυνομική αναφορά του 1934."

σε άρθρο του το 1984 στα 75 χρόνια από την ίδρυση του ΚΚ Ινδίας, ο μετέπειτα γενικός γραμματέας του Κομμουνιστικού Κόμματος Ινδίας (Μαρξιστικού) Harkishan Singh Surjeet[4] έγραψε:

"However, a Party with a centralised apparatus, came into being only after the release of the Meerut prisoners, in 1933. The Meerut Conspiracy Case, though launched to suppress the communist movement, provided the opportunity for Communists to propagate their ideas. It came out with its own manifesto and was affiliated to the Communist International in 1934."

"Ωστόσο, η μορφή του Κόμματος με ένα κεντρικό μηχανισμό τέθηκε σε ισχύ μόλις μετά την απελευθέρωση των φυλακισμένων του Μεερούτ, το 1933. Η Υπόθεση της Συνωμοσίας του Μεερούτ, παρόλο που στήθηκε για να καταστείλει το κομμουνιστικό κίνημα, έδωσε την ευκαιρία στους Κομμουνιστές να προπαγανδίσουν τις ιδέες τους. Το Κόμμα αναδύθηκε με το δικό του μανιφέστο και έγινε μέλος της Κομμουνιστικής Διεθνούς το 1934."

Υποσημειώσεις:

[1]: το Μεερούτ είναι πόλη στην βορειοκεντρική πολιτεία Ούταρ Πραντές. ήταν το επίκεντρο της επανάστασης του 1857. η δικαστική υπόθεση πήρε το όνομα από την πόλη όχι γιατί οι φυλακισμένοι ήταν δραστήριοι εκεί, αλλά επειδή όλοι τους μεταφέρθηκαν, φυλακίστηκαν και δικαστηκαν εκεί.

[2]: Susan Pennybacker: καθηγήτρια ευρωπαϊκής ιστορίας στο Πανεπιστήμιο της Βόρειας Καρολάινα.

[3]: Robert "Robin" Page Arnot: στέλεχος του ΚΚΜΒ. το 1916 αρνήθηκε να επιστρατευτεί στον α' π.π. και φυλακίστηκε ως αντιρρησίας συνείδησης. αργότερα φυλακίστηκε και κατηγορήθηκε ως κατάσκοπος της Σοβιετικής Ένωσης.

[4]: Harkishan Singh Surjeet: γενικος γραμματέας του ΚΚ Ινδίας (Μ) από το 1992 ως το 2005, και ιδρυτικό του στέλεχος κατά την διάσπαση του από το ΚΚΙ και την ίδρυση του το 1964.

και επειδή το π.γ. της κ.ε. του πλοκ ναι μεν αναγνωρίζει την ιστορία του κομμουνιστικού κινήματος, αλλά δεν ξεχνάει ότι τόσο το ΚΚ Ινδίας όσο και (ακόμα χειρότερα) το ΚΚ Ινδίας (Μαρξιστικό) έχουν μετατραπεί εδώ και δεκαετίες σε αμετάκλητα ρεβιζιονιστικά, ρεφορμιστικά και βαθιά καθεστωτικά κόμματα, ο γ.γ. του πλοκ αφιερώνει τον ύμνο του Λαϊκού Απελευθερωτικού Αντάρτικου Στρατού του Κομμουνιστικου Κόμματος Ινδίας (Μαοϊκού) και ένα Lal Salam στους φυλακισμένους αγωνιστές όλου του κόσμου και κάθε κομμουνιστικής και αναρχικής απόχρωσης.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου